Οι εγχύσεις τοξίνης γίνονται με υπερηχογραφικό έλεγχο και σε συντονισμό με την διεπιστημονική ομάδα, φυσιοθεραπευτές και εργοθεραπευτές για μεγιστοποίηση του θεραπευτικού αποτελέσματος .

Σπαστικότητα

Η σπαστικότητα συνιστά κινητική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από αύξηση του μυϊκού τόνου, συνεπεία βλάβης του κεντρικού νευρικού συστήματος (όπως σε Αγγειακό  Εγκεφαλικό Επεισόδιο, Κρανιοεγκεφαλική Κάκωση, Κάκωση Νωτιαίου Μυελού, Σκλήρυνση κατά πλάκας, Μυϊκή Δυστονία, Εγκεφαλική Παράλυση κ.α.) και προκαλεί δυσλειτουργία στην κινητικότητα, έντονο πόνο, δυσκολία στην καθημερινή  υγιεινή, τραυματισμούς λόγω πτώσεων κ.α.

Για την αντιμετώπισή της χρησιμοποιούνται φάρμακα ή ενδομυϊκές εγχύσεις (όπως Botox), με τελικό αποτέλεσμα τη μυϊκή χαλάρωση και τη βελτίωση της λειτουργικότητας.

Η κλινική εξέταση και η αξιολόγηση της σπαστικότητας, η επίδρασή της στη λειτουργικότητα των ασθενών, η συνταγογράφηση των φαρμακευτικών ουσιών και η εκτέλεση των ενδομυϊκών εγχύσεων (υπό υπερηχογραφική ή ηλεκτρομυογραφική καθοδήγηση) διενεργούνται από εξειδικευμένο ιατρό, ο οποίος συντονίζει το πρόγραμμα αποκατάστασης και την  παρακολούθηση των ασθενών.

Τρόπος λειτουργίας ιατρείου σπαστικότητας

    Αρχική αξιολόγηση των ασθενών με σπαστικότητα:

    • Λαμβάνεται ιατρικό ιστορικό
    • Πραγματοποιείται κλινική εξέταση και εκτίμηση της λειτουργικότητας των ασθενών
    • Αξιολογείται  η σπαστικότητα, βάσει διεθνών κλιμάκων μέτρησης και η επίδρασή της στη λειτουργικότητα των ασθενών
    • Διενεργείται συζήτηση σχετικά με τη φαρμακευτική αγωγή και το πρόγραμμα αποκατάστασης που ακολουθείται από τον ασθενή και παρέχονται οι αρχικές συστάσεις για έναρξη / τροποποίηση της αγωγής ή / και διενέργεια μελλοντικών εγχύσεων

    Μετά το πέρας της συνεδρίας, ο Ιατρός σχεδιάζει ένα  εξατομικευμένο πρόγραμμα  αποκατάστασης για την αναχαίτιση / βελτίωση της σπαστικότητας.